Γνώμες

Η χαμένη νηφαλιότητα: Ο νόμος Ραγκούση και ο συμβολικός εκμηδενισμός των νόμιμων μεταναστών

UNHCR

Η Χριστίνα Πάντζου, στο δέκατος μέρος της ανάλυσης «Η χαμένη νηφαλιότητα: Μετανάστευση και ρατσιστικός λόγος στα ΜΜΕ», μιλά για τη διαστρέβλωση των ζητημάτων που αφορούν στη χορήγηση ιθαγένειας και την παρουσίασή της ως απειλή. Καταδεικνύει την αδιαφορία απέναντι στα προβλήματα των παιδιών μεταναστών, αλλά και τον εκμηδενισμό της συνεισφοράς τους από μερίδα του Τύπου.

Σε αντίθεση με τους πρόσφυγες, οι νόμιμοι μετανάστες βρέθηκαν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος ξεσηκώνοντας πολιτικές θύελλες κι έναν αγώνα δρόμου ανάμεσα σε κόμματα για το ποιο θα δυσχεράνει περισσότερο τη διαδικασία πολιτογράφησης των νόμιμα διαμενόντων και εργαζόμενων μεταναστών. Η στροφή προς τα (ακρο)δεξιά του πολιτικού βίου που ακολούθησε την άνοδο της Χρυσής Αυγής βρήκε προνομιακό πεδίο έκφρασης στο Νόμο Ραγκούση (3838/10) για το δικαίωμα στην ιθαγένεια, που όπως κάθε τι σχεδόν που αφορούσε τους μετανάστες παρουσιάστηκε ως «εθνική απειλή». Ενδεικτικό της συμβολικής φόρτισης με την οποία επενδύθηκε το θέμα είναι ότι, όπως επεσήμαναν αρκετά δημοσιεύματα, λίγα λεπτά μετά την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης η Χρυσή Αυγή έσπευσε να καταθέσει σχετικό νομοσχέδιο.

Προεκλογικά, δηλώσεις αρχηγού κόμματος ο οποίος κατήγγειλε το νόμο ως «μαγνήτη για τη λαθρομετανάστευση» υποσχόμενος, όπως κι άλλα κόμματα του δεξιού τόξου, την κατάργησή του, παρέλασαν σε δεκάδες δημοσιεύματα, ενώ κάποια έδωσαν βήμα σε προβεβλημένα κομματικά στελέχη για να μιλήσουν για «εγκληματικό νόμο». Μετεκλογικά, στην πλειοψηφία των δημοσιευμάτων, οι κυβερνητικές αιτιάσεις για την κατάργησή του (ή μετέπειτα τροποποίηση) ότι «προέχει η εναρμόνιση του θεσμικού πλαισίου με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για την ιθαγένεια και την παράνομη μετανάστευση», προβλήθηκαν ως θέσφατο, χωρίς ένα ρεπορτάζ να αναζητήσει το πώς στοιχειοθετείται ότι είναι αυστηρότερο το πλαίσιο στον ευρωπαϊκό νότο ή τι ακριβώς προβλέπεται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και από ποιες ιδιαίτερες συνθήκες υπαγορεύτηκε, ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα.

Κι ενώ ήταν σαφώς σε γνώση συντακτών και αρθρογράφων ότι ο Νόμος Ραγκούση αφορούσε στην πολιτογράφηση επί πολλά χρόνια νόμιμων και εργαζόμενων μεταναστών και των παιδιών τους υπό αυστηρές προϋποθέσεις, υπήρξαν κείμενα τα οποία υποστήριξαν πλήθος ανακρίβειες, παραπλανώντας τους αναγνώστες. Ένα έγραφε για «αλλαγή του Νόμου Ραγκούση για την λαθρομετανάστευση». Κάποιο διατεινόταν ότι «με το νόμο Ραγκούση, αντί να μετριαστεί η ανεξέλεγκτη είσοδος λαθρομεταναστών, κατέστη η Ελλάδα τόπος θελκτικός, αφού η ιθαγένεια εξασφαλίζεται για τα παιδιά τους που γεννιούνται εδώ και φυσικά μετά ακολουθούν και οι γονείς τους». Και άλλο επιχειρηματολογούσε ότι απαιτείται η κατάργησή του «ώστε να μην νομιμοποιούνται αυτόματα όσα παιδιά γεννιούνται στην Ελλάδα».

Δεν ήταν λίγα τα κείμενα, ιδίως αρθρογράφων, τα οποία υιοθετούσαν πλήρως την επιχειρηματολογία του «μαγνήτη» γράφοντας πως «έστειλε το λάθος μήνυμα και τροφοδότησε τις παράνομες ροές». Άλλα ανέλυαν πως «η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει γίνει για τους μετανάστες, κυρίως από την Αφρική και την Ασία, ένας ελκυστικός προορισμός. Τα κυκλώματα που τους διακινούν, τους «ενημερώνουν» πως εδώ θα νομιμοποιηθούν εύκολα» παραθέτοντας στη συνέχεια στατιστικές για το πόσοι μετανάστες συνελήφθηκαν το πρώτο εξάμηνο του 2012, οι οποίες δεν είχαν καμία σχέση με το θέμα της ιθαγένειας. Κι άλλα δεν έχασαν την ευκαιρία να καταγγέλλουν την «αλλοίωση του έθνους από τους μετανάστες» και να σημάνουν συναγερμό γιατί «η απαλοιφή του γένους για την εισαγωγή υποψηφίων στις στρατιωτικές σχολές δημιουργεί μεγάλα ερωτήματα, ιδιαίτερα εάν συνδυαστεί με την ενεργοποίηση του νόμου Ραγκούση, ο οποίος χορηγούσε με συνοπτικές διαδικασίες ελληνική ιθαγένεια σε χιλιάδες αλλοδαπούς που είχαν φτάσει παράνομα στη χώρα μας».

Σε αυτή την εφημερίδα μάλιστα, η οποία ανέλαβε εκστρατεία κατά του Νόμου Ραγκούση, υπήρξε και δισέλιδο αφιέρωμα με θέμα: «Δίνουν χάρη σε ξένους εγκληματίες για να γίνουν Έλληνες – Για να πάρουν ιθαγένεια, τους σβήνουν καταδίκες για λαθρεμπόριο, ναρκωτικά, δουλεμπόριο, ληστείες, οπλοφορία…» Κι άλλη εφημερίδα αποκάλυπτε «όργιο παρανομιών στο Κρυονέρι – κύκλωμα έκδοσης πλαστών αδειών παραμονής». Επέτειναν έτσι το κλίμα, που πρώτη η Χρυσή Αυγή καλλιεργούσε ότι «και οι νόμιμοι παράνομοι είναι».

Ο αντίλογος δεν υπήρξε από κανένα ρεπορτάζ που να αναζήτησε, π.χ., πόσοι πήραν ιθαγένεια με το Νόμο Ραγκούση, τι αναλογία εκπροσωπούσαν σε σχέση με προηγούμενα έτη κ.λπ., αλλά από ελάχιστα άρθρα γνώμης. Είναι σε κείμενο της πρώην βουλευτή Άννας Νταλάρα που διαβάσαμε ότι «με βάση τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Εσωτερικών, υπάρχει τάση μείωσης στην παροχή ιθαγένειας μεταξύ 2010-2011 σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη». Σε κείμενο του Δημήτρη Χριστόπουλου, αντιπροέδρου της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου διαβάσαμε πως «η διαδικασία πολιτογράφησης, με τους αυστηρούς κανόνες του Νόμου Ραγούση συνεχίζει να είναι η δυσκολότερη διοικητική διαδικασία που προβλέπει η ελληνική έννομη τάξη». Και από τον καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου Ξενοφώντα Κοντιάδη, μάθαμε ότι οι προτεινόμενες αλλαγές αποτελούν «υιοθέτηση του αυστηρότερου μοντέλου χορήγησης ιθαγένειας που ισχύει στην Ευρώπη. Από συγκριτικά στοιχεία προκύπτει ότι η Ελλάδα χορηγεί τις λιγότερες ιθαγένειες μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποδεικνύοντας ότι η κινδυνολογία περί καταχρήσεως του θεσμού της πολιτογράφησης συνιστά ένα μύθο που υποκρύπτει ιδεολογικές σκοπιμότητες, υποθάλποντας τα υφέρποντα ρατσιστικά σύνδρομα της μεταμνημονιακής ελληνικής κοινωνίας».

Τα προβλήματα που βιώνουν τα παιδιά των μεταναστών, μετέωρα σε μια νομική ανυπαρξία που τα κρατά δίχως υπηκοότητα και ταυτότητα, έγιναν αντικείμενο μόλις τριών κειμένων. Άλλα τόσα αφιερώθηκαν στον αλβανικής καταγωγής Νεριτάν Ζινζιρία, τον 23χρονο που κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ της Δράμας και ο οποίος μετά από περισσότερα από 20 χρόνια στην Ελλάδα εξακολουθεί να χρειάζεται να ανανεώνει κάθε χρόνο την άδεια παραμονής του. Οι πιο «δυτικότροποι» νόμιμοι μετανάστες βρήκαν μια σύντομη θέση στη ειδησεογραφία –μέσα σε τρία κείμενα– για να εκφράσουν ότι, παρά την κρίση, «επιμένουν ελληνικά», με κάποιους να δηλώνουν ότι «στην Ελλάδα χωράμε όλοι». Άλλα τέσσερα ρεπορτάζ κατέδειξαν ότι στην αφιλόξενη πλέον Ελλάδα δεν χωρούν όλοι, περιγράφοντας πώς η κρίση και η ανασφάλεια οδηγούν –μετά ακόμη και από δεκαετίες– σε δεύτερο ξεριζωμό τους μετανάστες από τα Βαλκάνια, ιδίως από την Αλβανία. Όλοι έλεγαν «τέλειωσαν οι δουλειές», αλλά στα δύο κείμενα που έδωσαν λόγο τους μετανάστες από την Ασία για να μιλήσουν για τη δική τους φυγή διαβάσαμε επιπρόσθετα «σε βλέπουν στο δρόμο και σε βρίζουν», «με τις καθημερινές επιθέσεις φοβόμαστε πια να βγούμε το βράδυ και δεν κυκλοφορούμε ποτέ μόνοι» ή «οι ανανεώσεις των αδειών παραμονής αργούν αδικαιολόγητα, ενώ η έκδοση άδειας επί μακρόν διαμένοντος έχει καταστεί άθλος».

Αυτή η γραφειοκρατία, που λειτουργεί ως μέσο εξαναγκασμού των νόμιμων μεταναστών σε έξοδο από την Ελλάδα, στιγματίστηκε σε λίγα δημοσιεύματα με αφορμή την απειλή απέλασης του Αλβανού δημοσιογράφου Νίκου Άγκο ύστερα από 20 χρόνια στην Ελλάδα, επειδή μια χρονιά, λόγω ασθενείας, δεν είχε συμπληρώσει τα αναγκαία ένσημα για να ανανεώσει την άδεια παραμονής του. Είναι αυτή ακριβώς η μεταχείριση που επιφυλάσσει η Ελλάδα και στους νόμιμους μετανάστες, την οποία διαβάσαμε σε μόλις δύο αυτόνομα κείμενα και εμβόλιμα σε κάποια άρθρα γνώμης για το μεταναστευτικό, που οδήγησε στην καταδίκη της χώρας μας από το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Όσο για τους υπόλοιπους νόμιμους μετανάστες, όπως και οι πρόσφυγες, χάθηκαν μέσα στο νοηματικό συρφετό του «λαθρομετανάστη», που δεν κάνει διάκριση στα έγγραφα αλλά στο χρώμα του δέρματος, τα ρούχα και την εμφάνιση. Μόνο δύο δημοσιεύματα αναφέρθηκαν στη δύσκολη καθημερινότητά και στις υποτυπώδεις συνθήκες ζωής των πιο ευάλωτων από αυτούς, που «ζουν σε “κυψέλες ανθρώπων και κοιμούνται σε πατώματα παλιών βιοτεχνιών”», δίνοντάς τους βήμα για να αποκαλύψουν αυτό που όλοι γνωρίζουν αλλά δεν θεωρείται «είδηση»: «Αν έχεις χαρτιά, δεν σε θέλουν. Ζητάνε να είσαι παράνομος. Δεν θέλουν να σου κολλάνε ένσημα», «αποφεύγουμε τους δύσκολους δρόμους γιατί τώρα με τον Ξένιο Δία, αν μας πάνε στο τμήμα και μας κρατήσουν πολλή ώρα και αργήσουμε στη δουλειά μπορεί να μας απολύσουν».

Σπάνια ήταν επίσης τα κείμενα που αφορούσαν στη συνεισφορά των μεταναστών. Η Επίτροπος Σεσίλια Μάλμστρομ, ήρθε πολλές φορές στην Ελλάδα, αλλά συνέντευξή της διαβάσαμε σε μεταφορά κειμένου από τη Le Monde, όπου επισήμαινε ότι «η μετανάστευση δεν αποτελεί απειλή για την Ευρώπη αλλά ευκαιρία, ακόμη και παράγοντα ανάπτυξης. Οι μετανάστες είναι απαραίτητοι, δεδομένης μάλιστα της δημογραφικής εξέλιξης στις περισσότερες χώρες μας. Υπολογίζεται ότι το 2030, χωρίς νέα μετανάστευση, ο ευρωπαϊκός πληθυσμός που είναι σε ηλικία να εργαστεί θα έχει μειωθεί κατά 12%». Μαζί και κάποια άρθρα γνώμης που σημείωσαν πόσο τους εκμεταλλευτήκαμε για να μαζεύουν τα φρούτα μας, να δουλεύουν στα ψαράδικά μας, να φροντίζουν τους αρρώστους μας ή να ολοκληρώσουν έγκαιρα τα Ολυμπιακά έργα και τόνιζαν ότι η μεταναστευτική εργασία υπήρξε θεμέλιο της οικονομικής ευημερίας των κρατών και της βιωσιμότητας του κοινωνικού κράτους πρόνοιας ενώ στην Ελλάδα το μεταναστευτικό ρεύμα της δεκαετίας του ’90 υπήρξε από τις κινητήριες μηχανές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Και σε ένα ακόμη καίριο άρθρο, ο καθηγητής Αριστείδης Χατζής θύμισε σε όσους φοβούνται τη μετανάστευση ότι: «Οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι τα ανοικτά σύνορα θα διπλασίαζαν το παγκόσμιο ΑΕΠ και, σχεδόν, θα εξαφάνιζαν την παγκόσμια φτώχεια. Μα οι μετανάστες αυξάνουν την εγκληματικότητα! Όχι οι μετανάστες, αλλά η φτώχεια και η ουσιαστική έλλειψη αποτροπής του εγκλήματος από το αποτυχημένο κράτος. Μα οι μετανάστες μάς κλέβουν τις δουλειές! Συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Η είσοδος μεταναστών μακροπρόθεσμα αυξάνει τη ζήτηση για εργατικά χέρια, ακόμα και για ανειδίκευτη εργασία».

Όλο αυτό το οκτάμηνο υπήρξε μόλις ένα ρεπορτάζ για την κανονική ζωή των κοινοτήτων των μεταναστών, «Η μεγάλη των Φιλιππινέζων ελληνική γιορτή», το οποίο ανέδειξε την ομαλότητα και την καθημερινότητα ανθρώπων σκληρά εργαζόμενων και ενταγμένων στην ελληνική κοινωνία. Είναι αυτό ακριβώς που έλειψε από τον Τύπο: η καθημερινότητα, το μοίρασμα της κοινής πραγματικότητας, οι προσπάθειες ένταξης, η προσφορά, έτσι που επιβεβαιώνεται εκείνο που προ ετών ανέλυσε ο καθηγητής Μπάμπης Ανθόπουλος στο «Πληροφόρηση και Ρατσισμός» (Θέσεις, Νο 63): «Καθώς επικρατεί η λογική του ανταγωνισμού και των προβλημάτων θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για έναν “συμβολικό εκμηδενισμό” των κανονικών όψεων της καθημερινής ζωής των μεταναστών, που ευνοεί τον υπερτονισμό της “αποκλίνουσας συμπεριφοράς” τους».

Για τα προηγούμενη μέρη της έρευνας, κάντε κλικ εδώ:
1ο μέρος: Πώς κατασκευάζεται ο πόλεμος και ο εχθρός
2ο μέρος: Η Χρυσή Αυγή και ως μιντιακό φαινόμενο
3o μέρος: Οι «λαθραίοι» και η εγκληματικότητα ως συνώνυμο της μετανάστευσης
4ο μέρος: Έχουν εθνικότητα τα ειδεχθή εγκλήματα;
5ο μέρος: Οι «υγειονομικές βόμβες» και η «νοσηρότητα» στο μεταναστευτικό λόγο
6ο μέρος: Ο Ξένιος Ζευς αποχαιρέτισε τον τόπο που τον γέννησε
7ο μέρος: Υποδοχή, κράτηση, φιλοξενία σε ένα αξεδιάλυτο κουβάρι
8o μέρος: Τιτιβίσματα, χιούμορ, άποψη και η αβάσταχτη βαρύτητα των λέξεων
9o μέρος: Ο ρατσισμός εισάγεται δια… της βίας στα ΜΜΕ

*Οι απόψεις που εκφράζονται στο παρόν άρθρο είναι του συγγραφέα και δεν αντανακλούν κατ’ ανάγκη την επίσημη άποψη της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.

Δείτε εδώ την αρχική δημοσίευση.

σχόλια